του Σταύρου Κατσούλη
Ποιος νοιάστηκε για κοινή λογική και ορθό φρόνιμα για να νοιαστούμε εμείς τώρα; Κανείς. Κι έτσι, γιατί να νοιαστούμε και 'μείς; Τι είμαστε εμείς, τίποτα αγωνιστές, για να κάνουμε τέτοιες τρέλες; Όχι βέβαια. Εμείς είμαστε πολιτικοί και αν δεν το πιστεύεις, νά το κόμμα μας. Όλα τα έχει, και δεν στερείται τίποτα απ' όλα τ άλλα. Και κονκλάβιο έχει και οπαδούς έχει και πολιτικαντισμό χωρίς ούτε μια ένδειξη ότι υπάρχουν χειροπιαστά κατορθώματα έχει και πάνω απ όλα, θεωρίες και ιστορίες έχει, ουουου, να φαν κι οι κότες.
Ας πούμε την μπαρούφα μας, ας το παίξουμε γνώστες, ας ξεπετάξουμε κι άλλα λόγια, λόγια, στείρα λόγια, χωρίς πράξεις, χωρίς οργάνωση, χωρίς σχέδιο, χωρίς λεπτομέρειες, πετώντας από το παράθυρο και κοινές λογικές και φρόνιμες διακρίσεις. Ας πούμε ότι όλα γίνονται, εύκολα, γρήγορα, αύριο το πρωί άμα λάχει, κι έτσι αόριστα, ως δια μαγείας, ο κόσμος θα κάνει Πάσχα επί μήνες στους δρόμους και θα τον παρακαλάμε να πάει να δουλέψει και λίγο...
Άλλωστε, ποιος φουκαράς θα το καταλάβει; Κανένας. Γιατί όσο εμείς μαλώνουμε για το ποιος είπε την πιο πιστευτή μπαρούφα, από την μιά έχουμε πάντα τα πρόβατα που ως πλήρως εξαρτημένα υποχείρια δέχονται τα πάντα, ακόμη κι όταν είναι κατάφωρα αντιδραστικά ή/και αντιφατικά, κι απ την άλλη τους ομοϊδεάτες μας, οι οποίοι κι αυτοί νοιάζονται μόνο για μερικά ψηφαλάκια και την πολυπόθητη θέση του θέσφατου.
Κι απ την άλλη βέβαια, έχουμε και τους σιωπηλούς, τους περιμενάκηδες, αυτούς που θέλουν να "το λύσουν από μέσα". Κι αυτοί μας βολεύουν μια χαρούλα.
Υπάρχουν κι αυτοί που δεν μας βολεύουν όμως, κι αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα. Πως θα τους φιμώσουμε; Πως θα τους εξωστρακίσουμε; Πως επιτέλους, θα μπορέσουμε να έχουμε αυτό το πολυπόθητο καθαρό πεδίο για να κινούμαστε όπως γουστάρουμε, χωρίς να έχουμε τους ενοχλητικούς να αποκαλύπτουν συνεχώς την τιτάνια μετριότητά μας;
Ευτυχώς, υπάρχουν λύσεις. Κι αν κάτι διαβάσαμε λεπτομερώς και μάθαμε καλά, είναι ακριβώς αυτά... Ας μην εφεύρουμε τον τροχό καλύτερα. Υπάρχουν αρκετοί Μακιαβέλιδες κι αρκετοί μάστορες του είδους, που μας τα έχουν πει ήδη όλα: Διαστρέβλωση των λεγομένων, ψέματα, άσχετες κατηγορίες, ad-hominem, μετάλλαξη των εννοιών, γκεμπελισμός, χυδαιότητα μέχρι τελικής πτώσεως.
Έτσι ισοπεδώνει κανείς τον αντίπαλο: Ολοκληρωτικά, τέλεια και οριστικά. Έτσι, για μαγκιά και φιγούρα, έτσι, για να φλομώσουμε ακόμη περισσότερο το υπερτροφικό εγώ μας, αλλά και για να μην τολμήσει και ξανασηκωθεί κανένας τέτοιος, για να μας χαλά κάθε φορά τα σχέδια.
Κι ερχόμαστε πάλι στην αρχή του κύκλου: Ας βγάλουμε άλλη μια γενικότητα χωρίς λεπτομερή απόδειξη ή επιχείρημα, ας το χώσουμε σε μια ιδεατή εποχή που δεν έχει έρθει ακόμη, ας το κάνουμε "όνειρο", για να αποποιηθούμε τις ευθύνες μετά, κι ας πούμε στην συνέχεια ότι όλα αυτά τα ανολοκλήρωτα και ανεύθυνα μπορούν να γίνουν και τώρα αμέσως, μέσα στην κατοχή και την απόλυτη αδυναμία που έχει η πατρίδα.
Κι ο κύκλος συνεχίζεται. Ποιος θα το καταλάβει; Αφού κανένας δεν νοιάζεται πλέον, εκτός από αυτές τις τρείς κατηγορίες που προαναφέρθηκαν. Τι κι αν πει κάποιος άμοιρος, ότι χρειάζεται υπεύθυνη θέση για τέτοια πράγματα; Εμάς δεν μας νοιάζει. Στα παλιά μας τα παπούτσια. Εμείς, γουστάρουμε να τα κάνουμε όλα στο γόνατο, στην άκρη μιας χαρτοπετσέτας, χειρότερα κι από μέτρια, πιο αναποτελεσματικά κι από μια τρύπα στο νερό.
Άλλωστε, όλοι ξέρουν, ότι «έτσι τσιμπάει ο κοσμάκης», «έτσι συσπειρώνεις την σέκτα» κι έτσι «αγοράζεις και κάνα ψηφαλάκι» εκλογές που έρχονται κιόλας. Αρκούν δυό-τρεις λεξούλες, το ύφος του ειδήμονα και η ασφάλεια που δίνει η απουσία μας από οποιαδήποτε θέση πραγματικής εθνικής ευθύνης, για να ξεπετάξουμε την παγίδα.
Και να σου πάλι, εμφανίζεται κάποιος καινούργιος που τόλμησε να ξυπνήσει, τόλμησε να κάνει την μισητή ερώτηση που πάντα αρχίζει από το «Γιατί ακριβώς...» ή το «Πως ακριβώς...». Αυτός ο «καινούργιος» που θα τολμήσει να ξεστομίσει ότι «όλα αυτά που λες θέλουν ώριμο σχέδιο, προετοιμασία και ισχυρό λαό, κι ότι αυτά δεν τα έχουμε τώρα...», για να πυροδοτήσει τις ορδές των ψυχρών εκτελεστών. Εκτελεστών, που ούτε αγώνα σέβονται, ούτε Λαό υπηρετούν, ούτε Πατρίδα τιμούν, παρά μόνο την εικόνα που ΝΟΜΙΖΟΥΝ ότι έχουν μέσα στην κοινωνία...
Κι άντε πάλι από την αρχή: Γλεμπελισμός, κατηγορίες κατά του προσώπου, παραπλανήσεις, χαρακτηρισμοί, λόγια που δεν ειπώθηκαν μπαίνουν στο στόμα, βρισίδια κλπ. Ύπουλες καταστάσεις, χρειάζονται ύπουλες αντιδράσεις. Έτσι διδάσκει η παρανοϊκή ψύχωση που μας βαράει το κεφάλι, κι αφού αυτά μας λέει η αρρώστια μας, αυτά θα κάνουμε. Όποιος κι ας είναι αυτός που χτυπάμε, ότι και να προσέφερε, ότι και να λέει η καρδιά του, όσο και να απέδειξε το ηθικό των προθέσεών του. Άλλωστε, ποιος χρειάζεται τέτοιους στον νέο κόσμο που χτίζουμε; Κανένας.
Κι έτσι, αναπόφευκτα σχεδόν, κι απολύτως ανεπαίσθητα για την χειμαζόμενη κοινωνία, άλλος ένας αγνός εξαπατημένος, ρίχνεται στα τάρταρα του αγώνα, πριν καν προλάβει να αγωνιστεί για το οτιδήποτε... Άλλος ένας, που χαράμισε χρόνο, ψυχή και σώμα για ένα μάτσο ανεκδιήγητους, που ούτε και οι ίδιοι δεν ξέρουν τι θέλουν τελικά, εκτός βέβαια, από την θεσούλα τους ως θέσφατα επαναστατικής θεωρίας και ηγεμονίας ενός κινήματος που ποτέ δεν κατάφερε να ορθώσει ανάστημα πέραν αυτού που μαθαίνει κανείς στο νηπιαγωγείο.
Και για άλλη μια φορά, η ηρεμία επικρατεί και πάλι για λίγο, μέχρι το επόμενο συμβάν αυθόρμητης αφύπνισης... Τι επιδημία κι αυτή εεε; Και αρχίζουν πάλι τα γνωστά, που εδώ και τόσους αιώνες οι μάστορες της εξαπάτησης και της χειραγώγησης δίδαξαν τους ενδιαφερόμενους.
Κι άλλος ένας πέφτει και χάνεται. Κι ο αγώνας ξεπουλιέται σε ανούσιες αψιμαχίες, σε διαφωνίες επί των διαφωνιών, σε αντιθέσεις επί των αντιθέσεων, στην προβλέψιμη εκείνη μάχη της λογικής ενάντια στην βλακεία.
Κι ούτε ένας εξ αυτών που παρακολουθούν το δράμα, ούτε ένας τους, που κάθε φορά σπεύδουν να υποστηρίξουν την πηγή της απάνθρωπης συμπεριφοράς, δεν κάθισε ποτέ να μετρήσει τι ακριβώς κατάφεραν τόσο καιρό οι επίδοξοι εθνοπατέρες: Γιατί αν το έκαναν, θα είχαν σίγουρα καταλήξει τουλάχιστον - τουλάχιστον - στο αναπόφευκτο: Απολύτως τίποτε. Ένα μηδενικό. Ίσως, ο παρατηρητικός, θα αναγνώριζε όμως και την τραγική αλήθεια: Ότι δεν ήταν απλά ένα τίποτα, κάτι ουδέτερο δηλαδή. Όχι, δυστυχώς, δεν ήταν απλά ένα «τίποτα». Ήταν ο ευνουχισμός του αγώνα και τα στείρα λόγια που τελικά δεν έπεισαν κανέναν. Ήταν η απαξίωση ότι καλύτερου θα μπορούσε να υπάρξει στα μάτια κάθε ενδιαφερόμενου.
Και τώρα τι; Πόσες ρίψεις στα τάρταρα θα πρέπει να δούμε, για να καταλάβουμε τι, πως, και ποιός; Πόσα μεγάλα λόγια πρέπει να ακούσουμε και να διαβάσουμε, για να καταλάβουμε το στείρο της υπόθεσης; Πόσες φορές πρέπει να μετρήσουμε τα αποτελέσματα, στον δρόμο, στην κάλπη, στα ΜΜΕ, στο μυαλό του Λαού μας, στην μνήμη του Λαού μας, στην καρδιά του Λαού μας, για να καταλάβουμε το ηλίου φαεινότερο προφανές; Ότι, ό,τι καταφέραμε, ό,τι λίγο κι αν ήταν αυτό, το καταφέραμε παρά και ενάντια σε όλους αυτούς;
Όσο πιστεύουμε αυτούς που τους νοιάζει μόνο το πως «τσιμπάει ο κοσμάκης» και το πως θα «τσιμπήσουν» αυτοί τα τόσο πολυπόθητα ψηφαλάκια, πολύ μα πάρα πολύ χρόνο. Τόσο χρόνο, όσο χρειάζεται για να τα χάσουμε όλα.
Αν είναι έτσι να «τσιμπάει ο κοσμάκης» κι έτσι το πως θα «αποκτήσεις κάνα ψηφαλάκι» τότε μας αξίζει μόνο μια ευχή:
Καληνυχτούδια μας, στον σκοταδισμό που εμείς επιλέξαμε να ζούμε... Μας αξίζει, ό,τι και να πάθουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου