Το λαϊκό αίσθημα του «Δεν Ξεχνώ» και του «ΟΧΙ» θα είναι οι μεγάλες παρακαταθήκες μας από ‘δω και πέρα, στον μεγάλο πόλεμο που δίνει η Ελλάδα και οι αξίες της με τις ανθρωποβόρες δυνάμεις της Δύσης στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος όλης της υφηλίου.
του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη*
Ενώ συμπληρώνονται αυτές τις ημέρες 41
χρόνια από την Κυπριακή Τραγωδία του 1974, όταν οι κατοχικές σημαίες καρφώθηκαν
βίαια πάνω στο βιασμένο κορμί της Κύπρου, ο ελληνισμός αντιμετωπίζει ένα νέο
πραξικόπημα και μια νέα κατοχή από τους ίδιους τους Επικυρίαρχους που οπλίζουν
τους εισβολείς, τους «τρομοκράτες», είτε τους οικονομικούς δολοφόνους, ανάλογα
με τα συμφέροντά τους.
Από τότε μέχρι σήμερα, σωρεία ερευνών,
εγγράφων και ντοκουμέντων, που συνέχεια έρχονται στο φως, αποκαλύπτουν ξεκάθαρα
πόσο βαθειές ήταν οι ρίζες της «Μεγάλης Προδοσίας», που ξεκίνησε με την
πρωτοφανή εθνοπροδοτική στάση των νατοϊκών «Ελλήνων» στρατιωτικών στον Αττίλα
1, τον Ιούλιο του 1974, και συνεχίστηκε με το επαίσχυντο «η Κύπρος είναι
μακριά» των παλαιοκομματικών...
πολιτικών διαδόχων τους, στον Αττίλα 2,
έναν μήνα μετά.
Σήμερα, ο
Αττίλας είναι πάντα εδώ, αλλά και νέοι «βάρβαροι» μας απειλούν με τον απατηλό
μανδύα των «εταίρων» και «ευρωπαϊστών».
Οι
ίδιες εθνοπροδοτικές δυνάμεις, οι πολιτικοί του κατεστημένου της υποτέλειας και
οι αξιωματικοί της νατοϊκής εξάρτησης στήριξαν το οικονομικό, μιντιακό και
πολιτικό πραξικόπημα που ξεκίνησε στις αρχές Ιουλίου μετά την κήρυξη του
Δημοψηφίσματος και πυροδότησαν οι ενέργειες και αποφάσεις της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Εξ αιτίας τους, η εκπεφρασμένη βούληση
του λαού παραχαράχτηκε, η δημοκρατία καταλύθηκε, το κοινοβούλιο θεσμοθετεί
δέσμιο των «ευρωθεσμών», η κρατική περιουσία παραδίδεται αντισυνταγματικά στους
δανειστές και η ιδιωτική στην λεηλασία των τοκογλύφων.
Υπάρχει πολλή δουλειά, χωρίς αμφιβολία,
για τον ιστορικό του μέλλοντος για να βρει τα ντοκουμέντα της σημερινής
«Μεγάλης Προδοσίας», που ξεκίνησε την άνοιξη του 2010 και συνεχίζεται ακόμα
πέντε ολόκληρα χρόνια.
Ποιος θα φανταζόταν, όμως, τότε πως η
πληγή του Κυπριακού θα ήταν ακόμα ανοιχτή, μετά από τέσσερις δεκαετίες. Ο
λόγος ότι τα ίδια φαινόμενα επαναλαμβάνονται διαχρονικά –προδοσίες, διχασμός,
συνωμοσίες και αδελφοκτόνος έριδα- καθιστά επιτακτική την ανάγκη να μην ξεχάσουμε
ποτέ το τι συνέβη εκείνο το τραγικό καλοκαίρι του ’74, τόσο στην Κύπρο, όσο και
στην μητέρα Ελλάδα.
Η προδοσία της Κύπρου δεν άρχισε εκείνη
την αυγή της 15ης Ιουλίου του ’74. Είχε ξεκινήσει από τις
Συμφωνίες του Λονδίνου και της Ζυρίχης, όταν οι Βρετανοί παγίδευσαν τον
εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Κυπρίων και τον Μακάριο, με την συμπαιγνία του
νεοελληνικού πολιτικού κατεστημένου.
Το προδοτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου
1974 δεν ήταν ούτε τυχαίο, ούτε συμπτωματικό γεγονός, ούτε ενέργεια κάποιων
«παραφρόνων» αξιωματικών της χούντας.
Συγκλονιστικές λεπτομέρειες αναφέρονται
στο «Ημερολόγιο» του Τούρκου στρατηγού Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ: «Σαν αποτέλεσμα
του πραξικοπήματος, η Εθνοφρουρά ήταν διεσπαρμένη σ’ ολόκληρο το νησί, ενώ οι
πιθανές ακτές απόβασης αφέθηκαν αφύλακτες».
Τα αδιαμφισβήτητα στοιχεία που έχουν
αποκαλυφθεί τελευταία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Χούντα είχε από καιρό
συμφωνήσει με την Τουρκία για την ανατροπή του Μακαρίου με τη λογική «διότι
είναι συμφέρον και των δύο χωρών» και ότι αυτό ήταν σε γνώση των νατοϊκών
συμμάχων τους. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από το αρχείο του τότε Έλληνα πρέσβη
στην Κύπρο το 1972, που αργότερα έγινε υφυπουργός Εξωτερικών της Χούντας,
Παναγιωτάκου.
Ήδη από τις συναντήσεις της ελληνικής
κυβέρνησης στο Παρίσι το 1966, με τον τότε Τούρκο υπουργό Εξωτερικών
Τσαγλαγιαγκίλ, και τα πρακτικά της συνάντησης του Έβρου των χουντικών και
Τούρκων αξιωματούχων, το φθινόπωρο του 1967, διαφαίνεται ότι κοινή επιδίωξη
ήταν η Διπλή Ένωση για να αποφευχθεί η ρωσσική επιρροή στην
Κύπρο.
Η κυνική πρόταση των χουντικών στους
Τούρκους ήταν να συνεργαστούν για «την δια δελεασμού παγίδευση του Μακαρίου».
Στις 19 Ιουλίου του 1974, πριν την
εισβολή, γίνεται συνάντηση της χούντας στην Αθήνα με τον Αμερικανό απεσταλμένο,
υφυπουργό εξωτερικών Τζόζεφ Τζ. Σίσκο (Joseph J. Sisco), με θέμα «την εξασφάλιση στην
Τουρκοκυπριακή κοινότητα διεξόδου στην θάλασσα», αναφερόμενοι προφανώς στον Τ/Κ
θύλακα Κιόνελι-Λευκωσίας, ο οποίος θα έπρεπε να φθάσει έτσι ...στην
Κερύνεια! Τι πιο κυνική ομολογία της συνεργασίας στην τουρκική εισβολή
υπάρχει από αυτό;
Αλλά υπάρχει και το σχετικό τηλεγράφημα
της ελληνικής πρεσβείας στην Άγκυρα, το πρωΐ στις 06:15 της 20ης Ιουλίου,
ημέρα της εισβολής, που αναφέρει ότι ενημερώθηκε ο πρέσβης από τον Τούρκο
υπουργό Εξωτερικών για την τουρκική στρατιωτική επέμβαση, σημειώνοντας ότι
...δεν θα ανοίξουν οι Τούρκοι στρατιώτες πυρ, εφ’ όσον δεν θα υπάρχει
αντίσταση!
Γι’ αυτό δεν ελήφθη κανένα μέτρο για την
απόκρουση των εισβολέων. Γιατί, αν οι ελληνικές και ελληνοκυπριακές αμυντικές
δυνάμεις είχαν κινηθεί εγκαίρως, η τουρκική απόπειρα απόβασης θα κατέληγε σε
πανωλεθρία, όπως παραδέχονται οι ίδιοι οι Τούρκοι (βλ. Αλή Μπιράντ: Απόφαση
Απόβαση).
Προδοσία, αναποφασιστικότητα και υπονόμευση των αποφάσεων από τους εγκάθετους... Αλλά και νέα παιδιά, εικοσάχρονα Ελληνόπουλα, που έκαναν το καθήκον τους με αυτοθυσία στο ακρότατο, σήμερα, σημείο του Ελληνισμού και η Πολιτεία δεν τους το έχει αναγνωρίσει πλήρως μετά από 41 χρόνια.
Η CIA γνώριζε, πριν ακόμα εκδηλωθεί η τουρκική
εισβολή εναντίον της ανυπεράσπιστης Κύπρου, ότι η στρατιωτική ηγεσία της
Τουρκίας είχε αποφασίσει να καταλάβει και την Αμμόχωστο και να μην περιοριστεί
στα στενά όρια της Κερύνειας, όπως νόμιζαν οι άφρονες στην Ελλάδα.
Σε συνομιλία του τότε υπουργού Εξωτερικών
των ΗΠΑ, Χένρι Κίσσινγκερ, με τον αρχηγό των αμερικανικών Μυστικών Υπηρεσιών,
Γουΐλιαμ Κόλμπι, ακούγεται καθαρά ότι οι τουρκικοί σχεδιασμοί στόχευαν στην
εκτέλεση του σχεδίου της διχοτόμησης. Την συνομιλία αποκάλυψε για πρώτη φορά η
εφημερίδα Ημερησία στις 11/7/2004.
Ο Κόλμπι δείχνει να μην ανησυχεί για το
ενδεχόμενο ελληνοτουρκικού πολέμου γιατί, σύμφωνα με συνεργάτες του Κίσσινγκερ,
ο αρχηγός της CIA ήταν βέβαιος πως η ηγεσία της
ελληνικής χούντας αποτελείτο από δειλούς, που θα άφηναν την Κύπρο αβοήθητη,
βορά στις διαθέσεις των εισβολέων.
Προδοσία, αναποφασιστικότητα και ηγεσία
κατώτερη των περιστάσεων, σε μια στιγμή που ο Ετσεβίτ έτρεμε έναν
ελληνοτουρκικό πόλεμο, ο οποίος θα κρινόταν στον αέρα και στην θάλασσα όπου η
Ελλάδα είχε τότε συντριπτική ποιοτική υπεροχή: 60 σύγχρονα αεροσκάφη F4-E, πυραύλους Χωκ, υποβρύχια τύπου 209,
τορπιλλακάτους, μοίρες εξειδικευμένων καταδρομέων. Την ίδια στιγμή, η Τουρκία
δεν είχε κανένα αντίστοιχο ποιοτικό όπλο. Το ...αξιόμαχο του πεζικού της που
βγήκε στην Κύπρο φάνηκε όταν καθηλώθηκε στην άμμο από δύο μόνο λόχους πεζικού
του 316 ΤΕ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, στις 20
Ιουλίου, τα δύο –υπερσύγχρονα για την εποχή τους- ελληνικά υποβρύχια ΓΛΑΥΚΟΣ
και ΝΗΡΕΥΣ, που έφεραν συνολικά 40 πυραύλους- τορπίλλες, βρίσκονταν λίγα μόνο
μέτρα ανοιχτά της Κερύνειας. Όλοι συμφωνούν ότι, με βάση τις τεχνικές
δυνατότητές τους αλλά και τις ικανότητες των ελληνικών πληρωμάτων, εάν
κτυπούσαν τον εχθρό, θα είχαν καταβυθίσει εντός ολίγων λεπτών όλο τον τουρκικό
αποβατικό στόλο.
Αντιθέτως, οι Έλληνες και ξένοι
ενορχηστρωτές της «Μεγάλης Προδοσίας» έδωσαν εντολή 2 φορές στα δύο υποβρύχια
να απομακρυνθούν και να γυρίσουν πίσω πάραυτα από την Κύπρο, παραδίδοντας έτσι
ουσιαστικά τους Ελληνοκύπριους επί σφαγή στους Τούρκους.
Από τα αρχεία καταγράφονται και άλλες
ωμές πράξεις προδοσίας. Άκρως απόρρητο σήμα του 2ου επιτελικού
γραφείου της Εθνικής Φρουράς είχε καταγράψει ασυνήθη δραστηριότητα των
τουρκικών ασυρμάτων. Την απέδωσαν σε ...άσκηση του ΝΑΤΟ. Τα ραντάρ Ριζοκάρπασου
και Κορμακίτη είχαν εντοπίσει τον αποβατικό στόλο στις 19/7... Απάντηση: «άσκηση, μην ανησυχείτε»!
Ο νατοϊκός σχεδιασμός ήταν επίσης εμφανής
και καταγεγραμμένος μέσα από δεκάδες ντοκουμέντα: σε έγγραφο του Λουνς, τότε
Γ.Γ. του ΝΑΤΟ, αναφερόταν αυτολεξεί «to finish the Cyprus problem», εννοώντας την υποστήριξη της τουρκικής
απόβασης. Ο λόγος άλλωστε που, από το 1959, η Τουρκία ζητούσε να έχει
επεμβατικά δικαιώματα ήταν για να τα χρησιμοποιήσει εάν γινόταν πραξικόπημα
κατά του προέδρου.
Το βιβλίο «Αιματηρή Αλήθεια – Bloody Truth», που εξέδωσε η Κίνηση για Ελευθερία και
Δικαιοσύνη στην Κύπρο, περιγράφει λεπτομερώς την ιστορία του σχεδιασμού της
Κυπριακής τραγωδίας, το χρονικό της εκτέλεσής της, το μέγεθος της ανθρωπιστικής
καταστροφής που έγινε και τον απόηχό της που εξακολουθεί μέχρι σήμερα και,
φυσικά, την τεράστια λεηλασία της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς της
Μεγαλονήσου.
Σύμφωνα με την Κυπριακή Δημοκρατία,
εκτιμάται ότι, πέραν των 60.000 αρχαίων έργων τέχνης έχουν λεηλατηθεί και
καταστραφεί και, επιπλέον, έχουν κλαπεί πάνω από 15.000 ιερές εικόνες, οι
οποίες πουλήθηκαν σε όλο τον κόσμο.
Με αυτά τα δεδομένα, αντί να αγωνιζόμαστε
τέσσερις δεκαετίες τώρα, όλοι μαζί σε Ελλάδα και Κύπρο, για την απελευθέρωση
των κατεχομένων και την αποκατάσταση της νομιμότητας και των δικαίων του
Ελληνισμού στο πολύπαθο νησί, νομιμοποιούμε την βάρβαρη εισβολή με την
αποδοχή της Διζωνικής Διακοινοτικής Ομοσπονδίας ως πλατφόρμα για την
«λύση» του Κυπριακού. Η πρόσφατη επίσκεψη Γιούνκερ στην Κύπρο ήταν ένα ακόμη
φιάσκο στα πλαίσια αυτής της αυτοπαγίδευσης.
Η ιστορία διδάσκει ότι, πολύ πριν τον
Ιούλιο του 1974, υπήρχαν ένα σωρό αποσταθεροποιητικές
συνιστώσες του Κυπριακού που, αν λειτουργούσαν όλες μαζί την κατάλληλη
στιγμή, η συνισταμένη θα ήταν τα τραγικά αποτελέσματα που γνωρίσαμε.
Αυτό πρέπει να τόχουμε πάντα υπ’ όψιν
μας, ιδιαίτερα σήμερα που η πολιτική κατάσταση βρίσκεται πάλι κοντά σε
ένα «όριο θραύσεως» της κοινωνίας και εν πολλοίς εθελοτυφλούμε για τα
δεινά που μπορεί να έρθουν αν συντονιστούν όλες μαζί οι αποσταθεροποιητικές
συνιστώσες.
Μόνο με την ψυχραιμία, την υπομονή και
την ανδρεία απέναντι στην σκληρότητα και τον κυνισμό, με τον νου μπροστά στο
χάος, με την σαφήνεια και την πειθαρχία των κινήσεων μπορούμε να
επανεκκινήσουμε για την λύτρωση από την σημερινή ευρω-χρεοκρατία.
Αν πάλι η ίντριγκα και οι εφιάλτες
καταφέρουν να διανοίξουν ξανά την κρυφή διαδρομή της Ανοπαίας για
να την διαβούν οι εχθροί, τότε είναι προτιμητέα ελληνική επιλογή οι
ακραίες ενέργειες Εθνικής Αντίστασης, σύμφωνα με την παράδοσή μας, που θα
εκμηδενίσουν κάθε πιθανότητα για άνευ όρων παράδοση και τελειωτική αδυναμία
ανασυγκρότησης.
Το λαϊκό αίσθημα του «Δεν Ξεχνώ» και
του «ΟΧΙ» θα είναι οι μεγάλες παρακαταθήκες μας από ‘δω και
πέρα, στον μεγάλο πόλεμο που δίνει η Ελλάδα και οι αξίες της με τις
ανθρωποβόρες δυνάμεις της Δύσης στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος όλης της
υφηλίου.
*[Δημοσιεύθηκε στο Hellenic Nexus τ.99, Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2015]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου