Το βασικό επιχείρημα όλων όσων εναντιώνονται στην προοπτική εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη
είναι, ότι η νέα δραχμή αμέσως μετά την έκδοσή της, θα γίνει έρμαιο των
διεθνών χρηματαγορών και θα υποστεί μια χωρίς προηγούμενο υποτίμηση,
παρασύροντας μαζί της κάθε εισόδημα και κάθε αξία περιουσιακού
στοιχείου.
Αν κάποιος -με υποτιθέμενη αφέλεια- ερωτήσει «μα γιατί παρακαλώ θα γίνει αυτό;», τότε δέχεται την αποστομωτική απάντηση: «Μα γιατί έτσι θα γίνει!».
Καμιά επιστημονική προσέγγιση, κανένα επιχείρημα που να αντέχει σε
στοιχειώδη κριτική. Όλα στο μυαλό των ευρωλάγνων είναι θέσφατα. Τα
θέσφατα μιας θεολογίας, ενός ιδιότυπου καλβινισμού, που δεν χωράει καμιά
αντίρρηση, που δεν δέχεται κανένα επιστημονικά θεμελιωμένο επιχείρημα. «Έτσι είναι, αφού έτσι εμείς πιστεύουμε!!!!».Η
επιστήμη πάει περίπατο, μαζί με την κοινή λογική, το «τσιχάντ» και ο
παραλογισμός της θρησκοληψίας επιτείνει τα αποτελέσματα της ...
λοβοτομής που επιχειρούν -ήδη από την αρχή της κρίσης- οι στρατευμένοι, δήθεν καθηγητές της οικονομίας, οι εξωνημένοι πολιτικάντηδες και οι πληρωμένοι κονδυλοφόροι των ΜΜΕ, που όπου σταθούν και όπου βρεθούν δηλώνουν «γονυπετείς» απέραντη πίστη στην Καρλομάγνεια Ευρώπη του σκοταδισμού και του νέου μεσαίωνα, με τους «ιεροεξεταστές» τύπου Σούλτς, Γιουνκέρ και Σόιμπλε να καραδοκούν! Με το αζημίωτο -εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς.
λοβοτομής που επιχειρούν -ήδη από την αρχή της κρίσης- οι στρατευμένοι, δήθεν καθηγητές της οικονομίας, οι εξωνημένοι πολιτικάντηδες και οι πληρωμένοι κονδυλοφόροι των ΜΜΕ, που όπου σταθούν και όπου βρεθούν δηλώνουν «γονυπετείς» απέραντη πίστη στην Καρλομάγνεια Ευρώπη του σκοταδισμού και του νέου μεσαίωνα, με τους «ιεροεξεταστές» τύπου Σούλτς, Γιουνκέρ και Σόιμπλε να καραδοκούν! Με το αζημίωτο -εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς.
Ωστόσο πέραν των στρατευμένων στην υπεράσπιση της «αυτοκρατορικής» Ευρώπης της ολιγαρχίας
και του νεοναζισμού, υπάρχουν πολλοί και από την άλλη πλευρά, εκείνη
δηλαδή των υπερασπιστών της καθιέρωσης εθνικού νομίσματος, που είτε δεν
κατέχουν στο απαιτούμενο βάθος το θέμα, είτε εμφορούμενοι από
μονεταριστικές απόψεις, βλέπουν το εθνικό νόμισμα ως το μέσο για να
υποκατασταθεί η εσωτερική υποτίμηση με εξωτερική, έχοντας την αντίληψη
ότι μέσω αυτής της υποτίμησης η οικονομία θα αποκτήσει
ανταγωνιστικότητα. Πλανώνται πλάνην οικτράν. Παρ’ όλα αυτά, με τις
τοποθετήσεις τους επιτείνουν τη σύγχυση και δικαιώνουν εν μέρει τους
ευρωλάγνους.
Επειδή η ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας
δεν επιτυγχάνεται μέσω της νομισματικής υποτίμησης, αλλά -και σχεδόν
αποκλειστικά- μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας.
Και τότε πολλοί ερωτούν: «Αν δεν υποτιμηθεί το νόμισμα για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα, τι λόγο έχουμε να πάμε στο δικό μας νόμισμα;».
Φαντάζει εύλογο το ερώτημα, γι’ αυτούς τουλάχιστον που δεν σκαμπάζουν
για τα στοιχειώδη περί της ανταγωνιστικότητας, ή της παραγωγικότητας
μιας οικονομίας.
Όμως η ανάγκη για καθιέρωση νέου Εθνικού κρατικού
νομίσματος προκύπτει εξ αιτίας εντελώς διαφορετικού λόγου, ή λόγων.
Πρώτα επειδή το νόμισμα είναι σαν το κλειδί του σπιτιού σου. Αν το έχεις
ορίζεις και το σπίτι σου. Αν δεν το έχεις και το έχεις παραδώσει -έστω
οικειοθελώς- σε κάποιον τρίτο, τότε είναι αυτός που θα ορίζει τι θα
γίνεται στο εσωτερικό σπιτιού, αν όχι αμέσως, σε κάποιο βάθος χρόνου.
Και αυτό ακριβώς συνέβη με την ένταξή μας στην ευρωζώνη. Παραδώσαμε το
εκδοτικό δικαίωμα στην ευρωζώνη κι αναγκαζόμαστε να δανειζόμαστε για να
μπορούμε να τα καταφέρουμε στις συναλλαγές μας τόσο στο εσωτερικό, όσο
και σε σχέση με το εξωτερικό. Άρα η αποκατάσταση της νομισματικής
κυριαρχίας είναι μια από τις βασικότερες προϋποθέσεις για την ανάκτηση
της εθνικής μας ανεξαρτησίας, δηλαδή για το ποιος κάνει κουμάντο στο
δικό μας σπίτι!
Γιατί περί αυτού πρόκειται και σε καμιά περίπτωση η
εθνική ανεξαρτησία δεν αναφέρεται σε κάποια παρωχημένη ιδεοληψία,αλλά
πολύ στεγνά και πραγματιστικά στο ποιος κάνει κουμάντο επάνω στις ίδιες
τις ζωές μας, εμείς οι ίδιοι, ή κάποιοι άλλοι με γνώμονα τα δικά τους
συμφέροντα;. Το δεύτερο, έχει να κάνει ακριβώς σε σχέση με το πρώτο και με αυτό που μας λείπει σήμερα, δηλαδή τη ρευστότητα στην οικονομία.
Μη έχοντας δικό μας νόμισμα άλλοι καθορίζουν τη ρευστότητα, δηλαδή αν
θα έχουμε χρήματα και πόσα για να ικανοποιούμε τις ανάγκες μας. Καμιά
σχέση δεν έχει -τουλάχιστον άμεσα- με την ανταγωνιστικότητα της
οικονομίας και πως αυτή επιτυγχάνεται.
Συνεπώς και εφ’ όσον
ξεκαθαρίσαμε τους λόγους που οφείλουμε να πάμε σε εθνικό νόμισμα και ότι
αυτοί οι λόγοι δεν προκύπτουν από καμία ανάγκη υποτίμησης του
νομίσματος, που δεν πρέπει να γίνει, γιατί τότε τα
αποτελέσματα αυτής θα δράσουν σωρευτικά με τα ήδη καταστροφικά
αποτελέσματα της εσωτερικής υποτίμησης που ήδη υφιστάμεθα τα τελευταία
χρόνια, αν δεν πάρουμε εξισορροπητικά μέτρα άμεσης απόδοσης, ας δούμε
γιατί δεν πρόκειται να υπάρξει τέτοιος κίνδυνος υποτίμησης του νέου
νομίσματος. Αλλά και τελικά αν -έστω στη χειρότερη περίπτωση- υπάρξει
πως αυτός αντιμετωπίζεται.
Η ισοτιμία του νέου εθνικού κρατικού νομίσματος θα καθοριστεί εξ αρχής διοικητικά
και σε σχέση με τις απαιτούμενες ποσότητες χρήματος που πρέπει να
εκδοθούν για να υπάρξει άμεσα ενίσχυση των εισοδημάτων και έναρξη της
διαδικασίας παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας με σχέδιο που ήδη
υπάρχει. Δεν έχει σημασία αυτή καθ’ αυτή η ισοτιμία, αλλά οι ποσότητες
χρήματος που απαιτούνται για να υπάρξει άμεση ανάταξη της οικονομίας.
Όσες ποσότητες κι αν χρειαστούν από το νέο νόμισμα αυτές δεν πρόκειται
να δημιουργήσουν πληθωριστικές πιέσεις επειδή ακριβώς θα δοθούν για τις
πραγματικές ανάγκες τις οικονομίας. Είναι γελοίο σε τέτοιες
συνθήκες ύφεσης και αποπληθωρισμού, που έχουμε περιέλθει να φοβάται
κανείς την υποτίμηση και τον πληθωρισμό!
Η ισοτιμία αυτή σε σχέση με ένα καλάθι νομισμάτων που θα καθοριστεί διοικητικά θα «κλειδώσει»
για όσο τουλάχιστον χρόνο απαιτείται μέχρι να αποκατασταθεί πλήρως η
ισορροπία και η ομαλότητα στην οικονομία και επιτευχθούν οι επιθυμητοί
ρυθμοί ανάκαμψης στηριγμένοι στην παραγωγή και την επιδιωκόμενη ραγδαία
αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Τότε το νέο αυτό
νόμισμα θα είναι τόσο ισχυρό που θα καταστεί περιζήτητο κινδυνεύοντας
περισσότερο από ισχυρές ανατιμητικές τάσεις παρά από υποτίμηση.
Γιατί
όμως το νέο αυτό εθνικό νόμισμα δεν θα κινδυνεύσει από μια επίθεση των
χρηματαγορών στην πρώτη φάση που δεν θα έχει προλάβει να αποκτήσει τη
σταθερότητα και την ευρωστία που χρειάζεται για να σταθεί χωρίς
κλυδωνισμούς στις παγκόσμιες χρηματαγορές;
Για τον απλούστατο λόγο, ότι αυτό θα είναι ένα απολύτως νέο νόμισμα που δεν υπάρχει στις αγορές.
Για να υπάρξει πρέπει οι μεγάλοι «παίκτες» να το αποκτήσουν πρώτα. Για
να το αποκτήσουν και μάλιστα σε ικανές ποσότητες ώστε να αρχίσουν την
κερδοσκοπία θα πρέπει να αποταθούν και να το αγοράσουν από τον εκδότη
του, δηλαδή το ελληνικό δημόσιο. Ποιος είναι ο λόγος λοιπόν που θα μας
εξαναγκάσει να αρχίσουμε να το πουλάμε και μάλιστα φτηνά; Τρελοί
είμαστε; Τον πρώτο καιρό και μέχρι τη σταθεροποίηση της οικονομίας και
την επίτευξη των επιθυμητών ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας δεν έχουμε
κανένα λόγο να ρίξουμε το νόμισμα μας στις διεθνείς χρηματαγορές και να
το καταστήσουμε έτσι έρμαιο της κερδοσκοπίας. Αλλά και όταν σταδιακά
αρχίσει η διοχέτευση του στις αγορές συναλλάγματος αυτή θα γίνεται πάντα
λελογισμένα για την ενίσχυση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας
και με όρους που εμείς θα συμφωνούμε κάθε φορά.
Αλλά ακόμα και στην περίπτωση που όλα πάνε στραβά
και αναγκαστούμε κάποια στιγμή στο μέλλον να προχωρήσουμε σε υποτίμηση,
γιατί αυτό θα ήταν καταστροφικό; Διατηρώντας πάντα το αποκλειστικό
δικαίωμα στην έκδοση του νομίσματος και την εκτύπωση των χαρτονομισμάτων
υπάρχουν πλείστα όσα εργαλεία για να ακολουθηθούν εξισορροπητικές
πολιτικές προστασίας των εισοδημάτων και των αξιών των πάγιων
περιουσιακών μας στοιχείων, όπως π.χ. η αυτόματη τιμαριθμική προσαρμογή
που εφαρμόζεται ακόμα και σήμερα σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά
εφαρμόστηκε και στην Ελλάδα με σχετική επιτυχία τη δεκαετία του 1980.
Αντίθετα, τώρα, με το καθεστώς της συστηματικής εσωτερικής υποτίμησης τα
εισοδήματα εξανεμίζονται και οι αξίες καταβαραθρώνονται. Ή μήπως αυτό
δεν το βλέπουμε και δεν μας έχει αγγίξει; Η ύφεση και ο αποπληθωρισμός που μας έχουν καταδικάσει τα μνημόνια και οι πολιτικές της ευρωένωσης αποτελούν το πρόβλημα
και όχι ένας ενδεχόμενος μικρός πληθωρισμός, που στην κατάσταση που
βρέθηκε η χώρα είναι -εκτός των άλλων- απολύτως επιθυμητός. Απόδειξη γι’
αυτό είναι, ότι ακόμα και η ΕΚΤ προχώρησε από τον Ιανουάριο στη
λεγόμενη «ποσοτική χαλάρωση» ρίχνοντας στις αγορές πάνω από 1,2 τρις
ευρώ προκειμένου να ενισχύσει τον πληθωρισμό και να αποφύγει έτσι η
ευρωζώνη τη μάστιγα του αποπληθωρισμού, χωρίς βέβαια να τα
πολυκαταφέρνει……
Πηγή: ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ - Ε.ΠΑ.Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου