Απορούν πολλοί γιατί η Γενοκτονία των Ποντίων εξαιρέθηκε απ’ τη διδακτέα ύλη του Λυκείου (απ’ την οποίαν έχει εξαιρεθεί επίσης και ο «Επιτάφιος» του Περικλή). Γιατί; Ξεχνούν τις συμφωνίες Γιωργάκη - Τζεμ
για τον «ήπιο» και «εποικοδομητικό» τρόπο που πρέπει να διδάσκεται η Ιστορία στην Ελλάδα και την Τουρκία, ώστε διά της λήθης να απαλυνθεί το «μίσος» που παράγει η... μνήμη;
Πρωτοφανής, βεβαίως, άποψη και για ιστορικούς και για πολιτικούς, την οποίαν όμως υπεστήριξαν, στο όνομα μάλιστα της «ελευθερίας της επιστημονικής άποψης», ιστορικοί όπως ο κ. Λιάκος, η κυρία Κουλούρη, ου μην αλλά και «ιστορικοί» όπως η κυρία Ρεπούση. Στο ίδιο κλίμα συνέπλεαν και ορισμένοι πολιτικοί της Αριστεράς που ...
σήμερα βρίσκονται στα πράγματα, όπως ο κ. Μπαλτάς και η κυρία Σία Αναγνωστοπούλου. Βεβαίως
σήμερα βρίσκονται στα πράγματα, όπως ο κ. Μπαλτάς και η κυρία Σία Αναγνωστοπούλου. Βεβαίως
η Ιστορία είναι κάθε άλλο παρά «άποψη», η πολιτική όμως, αναλόγως με τις σκοπιμότητές της, μπορεί να χρησιμοποιεί τις ιστορικές «απόψεις» ως προπαγάνδα. Ο δημόσιος λόγος σ’ αυτήν την περίπτωση είναι προνομιακό πεδίο για τον βιασμό της Ιστορίας.
Να σημειωθεί ότι εκείνην την εποχή (Σημίτη, Γιωργάκη) η Ελλάδα ακολουθούσε απέναντι στην Τουρκία μια πολιτική «κατευνασμού» (με πολύ επικίνδυνα ενδεχόμενα), ενώ το Ιδρυμα Σόρος είχε δείξει ενδιαφέρον για τη συμφωνία Γιωργάκη - Τζεμ υιοθετώντας διά της χρηματοδότησης τη συγγραφή των «νέων» βιβλίων. Αναμενόμενον ότι η Τουρκία από πλευράς της δεν τήρησε
την εν λόγω συμφωνία, αλλά εξακολούθησε και εξακολουθεί στην ίδια εθνικιστική λογική να διαχειρίζεται τα πεπραγμένα τόσον των Οθωμανών και των Νεότουρκων, όσον και των Τούρκων.
Στην Ελλάδα δεν συνέβη το ίδιο. Ενα κύμα «αναθεώρησης» και «αναστοχασμού»
της Ιστορίας απλώθηκε στα ΑΕΙ και τα ΜΜΕ (ήδη προγενέστερο του Γιωργάκη
και υπαρκτό απ’ την εποχή Σημίτη), με αναφορές όχι στην αλήθεια διά της αποδείξεως της, αλλά στην αλήθεια του καθενός, την αλήθεια του «άλλου»,
στο «φαντασιακό», τους «αυτοπροσδιορισμούς» και όλα τα συμπαρομαρτούντα
της «νεωτερικότητας», του «μεταμοντερνισμού» και του ευρωλιγούρικου
πιθηκισμού των τρόπων της Δύσης.
Αυτή η «σχολή» σκέψης αντλούσε τη νομιμοποίησή της από την κακομεταχείριση που είχε έως τότε υποστεί η Ιστορία στα χέρια των εθνικιστών, των πατριδοκάπηλων και των πολεμοκάπηλων, που, μετά τον εμφύλιο πόλεμο, είχαν το πάνω χέρι (πάνω χέρι, κάτω χέρι) στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Έτσι, στον αντίποδα του κιτς της εθνικοφροσύνης, πίσω απ’ το οποίο κρυβόταν η υποτέλεια της Δεξιάς, εμφανίσθηκε ο «εκσυγχρονιστικός αναστοχασμός», που με τη σειρά του κάλυπτε την υποτέλεια της Κεντροαριστεράς.
Συνοδοιπόροι σ’ αυτήν τη διαδικασία εμφανίσθηκαν και ορισμένοι πολιτικοί και ακαδημαϊκοί παράγοντες της Αριστεράς, οι ίδιοι που εμφανίζονται και σήμερα στο προσκήνιο να υποστηρίζουν τα ίδια. Από την α-συνέχεια του
ελληνισμού ως την υποβάθμιση γεγονότων όπως η Μικρασιατική Καταστροφή, η
Γενοκτονία των Ποντίων, η Κυπριακή Τραγωδία. Οι άνθρωποι αυτοί έθεσαν εκ ποδών των πατριωτισμό της Αριστεράς, «χάρισαν» την έννοια του έθνους στους φασίστες και άσκησαν ασύδοτη ιδεολογική τρομοκρατία εναντίον όσων δεν έλεγχαν (είτε κατά την ακαδημαϊκή καριέρα είτε κατά την πολιτική διαδρομή).
Οι άνθρωποι αυτοί ήταν λίγοι. Ούτε τη μεγάλη πλειοψηφία του ΣΥΝ και ύστερα του ΣΥΡΙΖΑ εξέφραζαν, ούτε η απήχησή τους στην ελληνική κοινωνία ήταν κάτι πολύ παραπάνω από μηδενική. Τη δύναμή τους όμως μεγέθυναν τα κεντρικά ΜΜΕ, οι ΜΚΟ και η παροχή υπηρεσιών στην εξουσία, όπως έκαμε η κυρία Ρεπούση, για παράδειγμα - υπό την αιγίδα της κυρίας Διαμαντοπούλου ή της κυρίας Γιαννάκου, αδιάφορον.
Όμως, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έκαμε κυβέρνηση, οι άνθρωποι αυτού του «κλίματος», που ως τέτοιο είχε ασήμαντη απήχηση στην κοινωνία και ελάσσονα ισχύ στο κόμμα, βρέθηκαν σε νευραλγικές θέσεις. Κι αν σε ορισμένες περιπτώσεις
το πρόβλημα ήταν κωμικό, όπως όταν «λιαζόταν» η κυρία Τασία Χριστοδουλοπούλου, ήταν δραματικό με τον κ. Μπαλτά στο Υπουργείο Παιδείας (και τώρα Πολιτισμού) ή με τον κ. Φίλη και την κυρία Σία Αναγνωστοπούλου. Μόνον η κυρία Ρεπούση έμεινε στην απέξω, αλλά αυτό, ως φαίνεται, είναι κάτι που διορθώνεται.
Η κατάσταση στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι τραγική. Αν έχει απομείνει κάτι στους Ελληνες μετά το «όχι» που τους πυρπόλησαν, είναι το σθένος τους. Το σθένος όμως δεν αρκεί, όταν ο κ. Πρωθυπουργός αναρωτιέται«αν έχει σύνορα η θάλασσα», για να εισπράξει αμέσως μετά την προτροπή (ή μήπως διαταγή;) Μέρκελ για κοινές περιπολίες Τουρκίας - Ελλάδας στο Αιγαίο.
Αίφνης προχθές η κυρία Καγκελάριος ενεθυμήθη το προηγούμενο των βαλκανικών συρράξεων και το «εξόρκισε» ως πιθανότητα σήμερα και κίνδυνο να επαναληφθούν σ’ αυτήν την περιοχή (που πρώτη η Γερμανία ρήμαξε τη δεκαετία του 1990). Στο πλαίσιο της ίδιας ρητορικής
και αναφερόμενη στο προσφυγικό, η κυρία Μέρκελ δήλωσε ότι η «Γερμανία θα βοηθήσει όλους όσοι αναζητούν καταφύγιο εξαιτίας των πολέμων και των διωγμών», που εμείς εξαπολύουμε, παρέλειψε να συμπληρώσει...
Παραλλήλως, η ίδια ομού με τον κ. Ολάντ διακήρυσσαν προ ημερών ότι τα «εθνικά κράτη είναι αναχρονισμός» - αλλά δεν είναι αναχρονισμός ο εθνικισμός με
τον οποίον ο Γαλλογερμανικός Αξων βρίσκεται σε αγαστή συνεργασία στην
Ουκρανία, την Πολωνία, τις Δημοκρατίες της Βαλτικής, την Τουρκία και
αλλαχού, εκεί όπου οι δημοκρατίες... ανθούν και η κοινωνική δικαιοσύνη
καλπάζει καβάλα στα άλογα του Αττίλα.
Το πένθος των Ποντίων είναι προίκα του Ελληνισμού. Διότι μας θυμίζει την τύχη των ανυπεράσπιστων, αλλά και την αξία της αντίστασης. Και ήταν άφρονες οι Αθηναίοι όταν «ζημίωσαν τον Φρύνιχο ως υπομνήσαντα οικεία κακά» (την άλωση της Μιλήτου) - δεν τους ωφέλησε η λήθη, δεν εμπόδισε τον Πέρση να φθάσει τον Μαραθώνα. Η αντίσταση στον Πέρση ήταν που τους ωφέλησε.
Ούτε η Γερμανία θα ωφεληθεί, όταν θέτει στην Ελλάδα το δίλημμα που (πάλι άφρονες) οι Αθηναίοι έθεσαν στους Μηλίους. Θα ξανακαταστραφεί η Γερμανία διότι η λήθη, όπως αυτή που επεδίωξαν οι Γιωργάκης - Τζεμ, σκοτώνει τη μνήμη, που θα μπορούσε να προφυλάξει Γερμανούς, Ελληνες, Τούρκους κι όποιους άλλους από το να επαναλάβουν τα ίδια λάθη.
Οι λαοί έχουν κάθε συμφέρον να θυμούνται, να πενθούν και να γιορτάζουν.
Οι αστικές τάξεις έχουν κάθε συμφέρον να διαχέουν στις μάζες τη λήθη,
ώστε να ξαναστέλνουν τους λαούς στα σφαγεία , προκειμένου να αρπάζουν
τον πλούτο των εθνών, τον πλούτο των εργατών...
Επί του πιεστηρίου: Τι σχέση έχει
η Χρυσή Αυγή με τη Γενοκτονία των Ποντίων διαφορετική από εκείνη των
δραστών; τι διαφορές έχει από εκείνους που τη διέπραξαν; Δεν είναι η
Χρυσή Αυγή το αδελφό κόμμα των Γκρίζων Λύκων; Δεν είναι και τα δύο κόμματα εθνικιστικά;
Η Χρυσή Αυγή, ιδεολογικός επίγονος των ναζιστών, των «ηττημένων του 1945», και ταυτοχρόνως ιδεολογικός αδελφός των εθνικιστών της Τουρκίας, των Γκρίζων Λύκων, εις όσα αφορούν τις Γενοκτονίες και τα Ολοκαυτώματα, έχει σημειώσει νταμπλ. Οι Χρυσαυγίτες είναι με την πλευρά των θυτών, θύτες και δολοφόνοι και οι ίδιοι. Είναι οι
τσέτες της σύγχρονης εποχής και τα τάγματα εφόδου. Δεν υπάρχει κολυμβήθρα του Σιλωάμ για να ξεπλύνει τον αγκυλωτό σταυρό απ’ τον ώμο του Κασιδιάρη, απ’ το μυαλό και την ψυχή του.
Το άγριο, το βάρβαρο, το φασιστικό ξύλο που έφαγε χθες ο κ. Κουμουτσάκος από τους εθνικιστές είναι στον ίδιο παρονομαστή με τον εθνικιστικό λόγο που
τα τελευταία χρόνια υψώνεται «αθώος» και υπέρ πατρίδος. Ποιας πατρίδας;
εκείνης που πρόδωσαν, δολοφόνησαν, έκαψαν, βίασαν και ξέσκισαν οι
ταγματασφαλίτες; Πότε οι εθνικιστές δεν συνεργάσθηκαν με τους εχθρούς της Ελλάδας;
Η Ελλάδα αυτήν
τη στιγμή πάσχει! στραγγαλίζεται απ’ το Μνημόνιο. Ουδείς πρέπει να
δίνει την ευκαιρία στους φασίστες να εμφανίζονται ως κάτι διαφορετικό
απ’ αυτό που είναι: προβατόμορφοι λύκοι.
Κι επιτέλους, όσοι Ελληνες πολίτες ψηφίζουν τα φασιστικά αυτά παλιόμουτρα, ας καταλάβουν ότι έχουν ευθύνες.
Και για τις προβοκάτσιες που σκαρώνει αυτή η συμμορία, και για τους
φόνους που έχει διαπράξει, και για τα νταβαντζιλίκια εις βάρος των
μεταναστών, και για την ωμή βία εναντίον τους.
Ο κ. Κουμουτσάκος θα μπορούσε χθες να είχε σκοτωθεί. Κάποιοι θέλουν να βάλουν φωτιά στη χώρα. Τον αγκυλωτό σταυρό στον ώμο, τα μάτια και τα μυαλά των Κασιδιάρηδων δεν τα βλέπουμε;
Πηγή: enikos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου